Επανέρχομαι μετά από μεγάλο διάστημα απουσίας μου και αυτό γιατί το βιβλίο που διάβασα μετά από τόσο καιρό, άξιζε και με το παραπάνω. Έβλεπα τα βιβλία της Hoover εδώ και βδομάδες σε όλα τα βιβλιοπωλεία και τα social media, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν επιχειρούσα να ξεκινήσω κάτι, με τον φόβο ότι θα το άφηνα πάλι μισό όπως έκανα τον τελευταίο χρόνο.
Τελικά μόλις το ξεκίνησα, δεν το άφησα δευτερόλεπτο και κατέληξα να το τελειώσω μέσα σε τρεις μέρες. Από την αρχή, μπαίνει στα βαθιά, αλλά καταλαβαίνεις πως όλα αυτά είναι μια σύνοψη του τι ακολουθεί στην συνέχεια. Εξηγούμαι: η πρωταγωνίστρια ζει μια πολύ δύσκολη ζωή, σε τροχόσπιτο με την τοξικομανη μητέρα της. Ο τρόπος που η συγγραφέας πλαισιώνει τον χαρακτήρα της Μπεγια, της πρωταγωνίστριας δηλαδή, είναι ενδιαφέρων και αξιοπεριέργος από τις πρώτες λέξεις. Είναι καχύποπτη, αλλά κατά βάθος αναζητά αγάπη. Φαίνεται επιθετική, όμως η αποδοχή και η συμπόνια είναι κάτι που της λείπει μια ζωή. Μπορεί το σενάριο "τοξικομανης γονέας, φτωχή ζωή, bullying κτλ" να ακούγεται συχνά, αλλά ο τρόπος που το πλαισιώνει και το αφηγείται ο κάθε συγγραφέας είναι αυτό που κάνει την διαφορά.
Η Μπεγια, λοιπόν, μετά τον θάνατο της μητέρας της, καταλήγει να μείνει με τον πατέρα της, την μητριά της και την ετεροθαλή της αδερφή. Εκεί είναι που ξεκινούν όλα. Όταν γνωρίζει τον Σαμσον, έναν μυστηριώδη νεαρό, με πολύ βάθος και αρκετά εντυπωσιακό θα έλεγα. Δεν έχουμε να κάνουμε με ένα ρομάντζο εδώ. Και αυτό είναι το πιο ξεχωριστό. Έχουμε να κάνουμε με έναν έρωτα που ξεκινά, με το κλείσιμο και την επούλωση πληγών του παρελθόντος με τόσο όμορφο τρόπο, που το δέσιμο και η αγάπη φαντάζει τελείως προφανής. Έβλεπα τον εαυτό μου να περιμένει με ανυπομονησία, όχι το φιλί των δύο νεαρών, αλλά το αγκάλιασμα τους. Θα μπορούσα να σας πω γιατί είναι τόσο σημαντικό αυτό πέρα από τους λόγους που προανέφερα, αλλά θα σας κάνω spoiler, και δεν θα το ήθελα.
Η Μπεγια, επιτέλους έχει μια φυσιολογική ζωή και έναν άνθρωπο, ο οποίος της στάθηκε όσο κανείς άλλος. Όμως τα μυστικά του Σαμσον, εμφανίζονται και αυτό κατεληγει να τους χωρίσει με έναν αρκετά οδυνηρό τρόπο. Ωστόσο, η αγάπη, η εκτίμηση και το βαθύ τους δέσιμο δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει. Αυτό είναι που τους ένωνε και τους ενώνει. Το τέλος ήταν πραγματικά αυτό που θα έπρεπε να είναι. Τόσο απλό και τόσο αληθινό, με γαλήνιο τρόπο που νιώθεις ότι συγκινείσαι και σε θλίβει "ευχάριστα".
Λίγα λόγια:
«Οι πληγωμένοι άνθρωποι αναγνωρίζουν τους άλλους πληγωμένους ανθρώπους. Είναι σαν μια λέσχη στην οποία δεν θέλεις να είσαι μέλος».
Η ζωή δεν έχει φερθεί καλά στην Μπέγια Γκριμ και ας είναι μόνο δεκαεννέα ετών.
Αλλά αυτό πρόκειται να αλλάξει.
Ξεκινώντας κυριολεκτικά από το τίποτα, έχει καταφέρει να χαράξει πορεία, να διεκδικήσει από τη ζωή της περισσότερα – όλα μόνη της. Η οικογένειά της δεν τη στήριξε ποτέ.
Οι σπουδές της ξεκινούν σε δύο μήνες.
Όμως ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας της αφήνει την Μπέγια άστεγη.
Μαθημένη να προσαρμόζεται εύκολα, θα καταφύγει στην τελευταία της λύση, στην παραθαλάσσια πόλη όπου ζει ο πατέρας της, τον οποίο γνωρίζει ελάχιστα.
Το πλάνο της είναι ξεκάθαρο: θα περάσει το υπόλοιπο του καλοκαιριού όσο πιο ήρεμα γίνεται, μέχρι να έρθει η στιγμή να αφήσει το παρελθόν πίσω της μια για πάντα.
Όμως ο νέος της γείτονας, ο Σάμσον, έχει άλλα σχέδια.
Οι δυο τους φαινομενικά δεν έχουν τίποτα κοινό. Εκείνη έζησε μέσα στη φτώχεια και στην εγκατάλειψη. Εκείνος γεννήθηκε μέσα στα πλούτη και στα προνόμια.
Όμως η θλίψη κυριαρχεί στη ζωή τους. Όσο και αν το κρύβουν, έχουν πληγωθεί και οι δύο περισσότερο απ’ όσο είναι έτοιμοι να παραδεχτούν.
Η έλξη ανάμεσά τους είναι έντονη, κι ας είναι ολοφάνερο ότι δεν έχει μέλλον η σχέση τους. Και η Μπέγια πρέπει να προσέξει πριν γκρεμίσει τη ζωή που δεν πρόλαβε καν να χτίσει.